Αναρτήθηκε από: 1flaneur | 5 Δεκεμβρίου, 2009

ο Δεκέμβρης, πηγή έμπνευσης για τα κινήματα αντίστασης σε όλο τον κόσμο

από την Ελευθεροτυπία

«Η σύγκρουση δεν έχει εξαφανιστεί»

Του ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΔΟΥΖΙΝΑ*

Κατά τους τελευταίους δύο μήνες, ήμουν σε περιοδεία διαλέξεων στη Λατινική Αμερική. Οπου και αν μιλούσα, η ίδια ερώτηση γινόταν ξανά και ξανά: Τι ακριβώς συνέβη στην Αθήνα τον περασμένο Δεκέμβρη;

Παρά την εφησυχαστική απόρριψη της εξέγερσης από μερικά ΜΜΕ και πολιτικούς, τα Δεκεμβριανά απέκτησαν μοναδική σημασία ως πηγή έμπνευσης για τα κινήματα αντίστασης σε όλο τον κόσμο. Κολομβιανοί φοιτητές, διαμαρτυρόμενοι ενάντια σε περικοπές στα κρατικά πανεπιστήμια, κρατούσαν «πανό» που έγραφαν: «Θα κάνουμε την Μπογκοτά Αθήνα».

Λίγα γεγονότα στην πρόσφατη Ελληνική Ιστορία συζητήθηκαν περισσότερο. Πολλές, συχνά αντιφατικές αιτίες και ερμηνείες έχουν τεθεί, αλλά η κυρίαρχη αντίδραση των σχολιαστών είναι η αδυναμία κατανόησης, η δυσπιστία και η απόρριψη. Το επίμονο ερώτημα, «τι πραγματικά θέλουν τα παιδιά;», συχνά οδήγησε στο συμπέρασμα ότι τα γεγονότα δεν ήταν πολιτικά, επειδή δεν προβλήθηκε κανένα συγκεκριμένο αίτημα, που να επιτρέπει την ένταξή τους σε κάποιο τυποποιημένο αναλυτικό πλαίσιο. Ο,τι ένωσε τους διαδηλωτές, ήταν μια άρνηση, ένα «όχι άλλο», ένα «Φτάνει πια». Μια πεισματάρικη άρνηση χαρακτήρισε αυτή την εξέγερση. Αυτό ήταν που έκανε πολλούς να την απορρίψουν ως άσχετη στην καλύτερη περίπτωση ή ως βίαιο ξέσπασμα στη χειρότερη.

Και ακόμη αυτή η έλλειψη κατανόησης ήταν το αποτέλεσμα της περιορισμένης πολιτικής ανάλυσης. Για περίπου σαράντα χρόνια, η πολιτική αποτελούσε είτε την εφαρμογή της νεοφιλελεύθερης οικονομίας (αυτή η πλαστή «επιστήμη» που κατέρρευσε πέρσι) είτε εφαρμοσμένη ηθική. Το πολιτικό σύστημα αποδέχθηκε τη συνολική κοινωνική ισορροπία, στοχεύοντας σε περιθωριακή ανακατανομή των παροχών, σε ανταμοιβές και θέσεις που δεν αμφισβητούν την καθεστηκυία τάξη.

Η πολιτική φιλοσοφία ανακήρυξε ότι οι συγκρούσεις έχουν τελειώσει, είναι ξεπερασμένες και αδύνατες. Παρουσιάζει τη πολιτική ως μια «αγορά» ή μια συζήτηση σε δημαρχείο, όπου η ορθολογική συναίνεση για δημόσια αγαθά μπορεί να επιτευχθεί. Και δεδομένου ότι η ελεύθερη αγορά και τα ατομικά δικαιώματα δεν δημιουργούν την αίσθηση της ευθύνης των πολιτών, η άλλη προτεραιότητα του κράτους είναι να ενεργεί ως ο «φουσκωτός» της κοινωνίας. Οι ελευθερίες της αγοράς συμπληρώνονται με αυξημένη αστυνομική καταστολή, πανταχού παρούσες τεχνικές επιτήρησης και εκτεταμένα μέτρα ασφάλειας.

Αλλά η σύγκρουση δεν έχει εξαφανιστεί. Ο νεοφιλελεύθερος καπιταλισμός έχει αυξήσει την ανισότητα και την καταπίεση που τροφοδοτούν τη σύγκρουση, ενώ ταυτόχρονα προσπαθεί να την καταστείλει ή να την κάνει αόρατη. Τον περασμένο Δεκέμβρη, η σύγκρουση ξέσπασε από την ένταση μεταξύ του δομημένου κοινωνικού σώματος με τους πολιτικούς αντιπροσώπους που εναλλάσσονται στην κυβέρνηση χωρίς μεγάλες διαφορές, από τη μία, και αυτών των ανθρώπων, των αιτιών και των δραστικών συμφερόντων, από την άλλη, που αποκλείονται από την πολιτική τάξη και δεν μπορούν να μορφοποιήσουν τις βασικές απαιτήσεις τους στη γλώσσα της πολιτικής.

Με αυτή την έννοια, η εξέγερση ήταν μια έκφραση ενός πολιτικού οργανισμού σε μηδενική βάση. Οι διαδηλωτές δεν είπαν «Θέλω αυτό ή εκείνο», αλλά απλώς «Εδώ είμαστε», «βρισκόμαστε απέναντι». Δεν διεκδικούμε αυτό ή εκείνο το δικαίωμα, αλλά το «δικαίωμα να έχουνε δικαιώματα». Ελεγαν «Εμείς ο κανένας, οι μαθητές, οι φοιτητές, οι άνεργοι, η γενιά των 600 ευρώ, είμαστε το παν. Εμείς οι απολιτικοί, οι σιωπηλοί, οι διαφορετικοί, είμαστε το αποκλειστικά «καθολικό», απέναντι σε εκείνους που μεταφράζουν τα ιδιαίτερα συμφέροντά τους ως καθολικά». Αυτή η διαλεκτική έχει ακολουθήσει όλα τα ριζοσπαστικά γεγονότα στη νεωτερικότητα, από τις μεγάλες επαναστάσεις ώς την πάλη για πολιτικά δικαιώματα και τον φεμινισμό.

Οταν ο επικεφαλής της ΝΕΤ απέρριψε τους διαδηλωτές που σήκωσαν πανό κατά τη διάρκεια ζωντανής τηλεοπτικής μετάδοσης ειδήσεων, αποκαλώντας τους «ανοργάνωτο όχλο», «χωρίς κοινωνική ταυτότητα», ήταν πολύ κοντά στην αλήθεια. Οταν το αποκλεισμένο έγινε ορατό, ένα νέο πολιτικό υποκείμενο εγκαθίσταται καθ’ υπέρβαση των ιεραρχικών και ορατών ομάδων. Σ’ αυτό το σημείο, η γνήσια πολιτική ξέσπασε για λίγο.

Η πολιτική καινοτομία ήταν έκδηλη στη διαλεύκανση των γεγονότων. Η πολλαπλότητα των αιτιών, τα άτομα, οι στρατηγικές και οι δράσεις σήμαιναν ότι η εξέγερση πήρε ώθηση από μόνη της, βασιζόμενη σε όλο μεγαλύτερο βαθμό στην επίδραση της «χιονοστιβάδας» που κρατά ατακτοποίητη κάθε προσπάθεια ερμηνείας και ειρήνευσης. Το πριν και το μετά έγιναν δυσδιάκριτα. Οι αιτίες, οι επενέργειες και οι δράσεις συνυφάνθηκαν σ’ έναν κόμπο που δεν μπορεί να λυθεί. Με τον ίδιο τρόπο που η έλευση της εξέγερσης δεν μπορούσε να προβλεφθεί, η πραγματοποίησή της δεν μπορούσε επίσης να ελεγχθεί.

Αυτό ήταν που μετακίνησε την εξέγερση κοντά σ’ αυτό που ο φιλόσοφος Alain Badiou αποκαλεί «γεγονός». Ενα γεγονός είναι πολιτική πράξη που αναδύεται αναπάνατεχα από τα αποκλεισμένα μέρη μιας πολιτικής κατάστασης και δεν μπορεί να περιοριστεί στο άρθοισμα των παραγόντων που το έκαναν δυνατό. Τα Δεκεμβριανά διατάραξαν την κατεστημένη τάξη της ελληνικής πολιτικής επιτρέποντας σε αόρατους, ανώνυμους και ευάλωτους να γίνουν πολιτικοί πρωταγωνιστές. Δεν ήταν απλώς ένα θέμα διαμαρτυρίας -η δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου ήταν ο καταλύτης για την κατασκευή μιας νέας πολιτικής υποκειμενικότητας- ούτε υπήρξε η συντονισμένη έκρηξη κοινωνικών κινημάτων. Αυτό κάνει δύσκολη την κατανόηση της εξέγερσης και αποτρέπει τους ενοχλημένους σχολιαστές να «παραλάβουν το μήνυμά της». Η δημιουργία πολιτικών υποκειμένων μετέτρεψε αυτά τα γεγονότα από συνήθη φοιτητική ή αριστερή διαμαρτυρία σε κάτι καινούργιο, το οποίο διατηρεί τόσο τα χαρακτηριστικά της αστικής αντίστασης όσο και τα υπερβαίνει, μέσα από ριζικές αλλαγές του πολιτικού τοπίου.

Ενα «γεγονός» μπορεί να αναγνωριστεί μόνο εκ των υστέρων, εάν οι άνθρωποι παραμένουν πιστοί στην επαναδιευθέτηση της πολιτικής τάξης. Αναμφίβολα η συμβολική σημασία του Δεκέμβρη έχει αναγνωριστεί απ’ όλο τον κόσμο. Χωρίς αμφιβολία η πρόσφατη κυβερνητική αλλαγή οφείλει πολλά στον Δεκέμβρη. Ομως οτιδήποτε αποτελεί αληθινό γεγονός, θα αποφασιστεί στο μέλλον, από τις πράξεις εκείνων που παραμένουν αφοσιωμένοι στην ιδέα να ξαναγραφούν οι κανόνες της πολιτικής θέασης.

* Καθηγητής Νομικής στο Birkbeck College του University of London


Σχολιάστε

Kατηγορίες