Αναρτήθηκε από: 1flaneur | 5 Δεκεμβρίου, 2009

Δεκέμβρης: πώς μιλάμε για το συμβάν

από το vlemma

Ενα χρόνο ακριβώς από την περσινή νύχτα του Αγίου Νικολάου, ο Δεκέμβρης 2008 πλανάται ακόμη αδέσποτος, ακατάτακτος, ακατανόητος. «Ο Νοέμβρης ανήκει σε όλους, ο Δεκέμβρης δεν ανήκει σε κανέναν», έγραφε προσφυώς ένα πανώ στην πρόσφατη πορεία για το Πολυτεχνείο. Πράγματι, ο σκοτεινός Δεκέμβρης του 2008, ως συμβολικό και πολιτικό συμβάν, δεν διεκδικείται ευθέως από κανέναν, πλην των αντισυστημικών αριστερών και, κυρίως, των αναρχικών-αντεξουσιαστών, αλλά κι εκεί ακόμη με κρίσιμους διαφορισμούς, μεταξύ των “πολίτικος” και των ποικίλων μπάχαλων, ως προς το περιεχόμενο και το νόημα.

Οσο μένει σκοτεινός, και εν πολλοίς ανεπιθύμητος, θα μένει και ακατανόητος· δηλαδή, ένα συμβάν μη οργανικό, ασύνδετο με τα πριν και τα μετά, άχρηστο, ανωφελές, μια μέλαινα οπή στο ιστορικό συνεχές. Eνα ρήγμα. Υπάρχουν όμως ιστορικά συμβάντα ανωφελή ή άχρηστα για την κριτική σκέψη; Ισως υπάρχουν, για μια ορισμένη σκέψη, που μπορεί μόνο να κατακρίνει ή να παινεύει, να εναγκαλίζεται ή να απορρίπτει ― αλλά αυτή η σκέψη δεν είναι κριτική, δεν είναι καν σκέψη, είναι κουβεντολόι περί γούστου, είναι εργαλειακός λόγος υπέρ συμφερόντων και μηχανισμών κυριαρχίας. Η κριτική σκέψη ζητά πάνω απ’ όλα να κατανοήσει· να αναλύσει μηχανισμούς, να διαβάσει πολυεπίπεδα την πραγματικότητα, να αφουγκραστεί τα μη φωνητά, να εξηγήσει. Ακόμη κι όταν το συμβάν τελείται εν θερμώ, όταν βρίσκεται εν τω γεννάσθαι.

Να πώς προσέλαβε το ελληνικό συμβάν ο Γάλλος φιλόσοφος Αλέν Μπαντιού: «[…] Ο αντίκτυπος που είχε αυτό το γεγονός ξεπερνούσε τον άμεσο, πολιτικό χαρακτήρα του. Ερμηνεύθηκε ως σύμπτωμα μιας ευρύτερης παθογένειας, κοινής σε όλες τις σύγχρονες κοινωνίες, που στερούν τη νεολαία από ελπίδα, προοπτική, νόημα ζωής. Σύμπτωμα, βεβαίως, τυφλό, ενδεχομένως και αυτοκαταστροφικό –και εδώ ο κίνδυνος του μηδενισμού, της τυφλής βίας ή και της τρομοκρατίας είναι υπαρκτός– αλλά αδιάψευστο. Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις σοκαρίστηκαν, γιατί αναγκάστηκαν να αναρωτηθούν μήπως κάτι παρόμοιο με αυτό που συνέβη στην Ελλάδα περιμένει και τις ίδιες» (Καθημερινή 29.11.09, συνέντευξη στον Π. Παπακωνσταντίνου).

Η συζήτηση για τον Δεκέμβρη δεν έγινε, τουλάχιστον με τέτοιους αναλυτικούς όρους. Αρα λιγοστά ώς τώρα είναι τα φανερά πνευματικά οφέλη μας, ως κοινωνίας, από αυτή τη μείζονα διαταραχή. Εντούτοις πολιτικά ο Δεκέμβρης έδρασε καταλυτικά, μολονότι δεν διατύπωσε κανένα αίτημα, κανένα πρόγραμμα: αποσυναρμολόγησε μια ήδη παραπαίουσα κυβέρνηση, δίχασε την Αριστερά, αιφνιδίασε τους διανοούμενους, συνήγειρε τη νεολαία, ξάφνιασε και εντέλει αναδίπλωσε τη μεσαία τάξη των γονιών.

Εμφανή χαρακτηριστικά ήταν ο θυμός, η εκδραμάτιση, η ορμητική κατάληψη της σκηνής, η πρωταρχική κραυγή των νέων («είμαστε κι εμείς εδώ, θέλουμε κάτι να γίνει, ό,τι να ‘ναι»), η αγωνιώδης απαίτηση του παρόντος, η άμορφη, χαοτική διεκδίκηση ενός άμορφου μέλλοντος, ένας ρομαντισμός στις παρυφές του μηδενισμού. Αυτά, ως περιγραφή· η ανάλυση θα έπρεπε να ξεκινήσει από αυτό το σημείο. Για να προσεγγίσουμε, τουλάχιστον, τις πηγές του θυμού, της κραυγής, του μηδενισμού· πού έφταιξαν, πού φταίξαμε, οι γονείς της σοσιαλίζουσας ευημερίας, της βαλτωμένης Μεταπολίτευσης, οι γονείς που συγχέουν το ηθικό με το νόμιμο, και τη δημοκρατία με τη μεζονέτα. Η ανυπακοή των νέων μπορεί να πηγάζει από την καταρράκωση του κύρους των γονιών τους, από το αξιακό κενό που κληρονομούν, από την κακομαθησιά και την ευτέλεια που παραλαμβάνουν και αβγατίζουν ― αναρωτιέμαι.

Αυτή η κριτική προσέγγιση έλειψε, όσο γνωρίζω. Αντ’ αυτού, είδαμε διανοούμενους γονείς της μεσαίας τάξης να κραδαίνουν δάφνες αριστεροσύνης και Πολυτεχνείου, να κομίζουν διδακτισμό και αφορισμούς, απέναντι στα ερωτήματα του ασύλληπτου παρόντος. Μάλιστα, οι μοντέρνοι αριστεροσυντηρητικοί, θεμελιωτές και ωφελημένοι του μεταπολιτευτικού consensus, παραγωγοί κυνισμού και νεποτισμού, είναι οι πιο άτεγκτοι επικριτές της αταξίας, είναι αυτοί που αρνούνται στις νεότερες γενιές, στα παιδιά τους, τη διερώτηση επί του ισχύοντος συστήματος, αυτοί που λένε στα παιδιά τους ότι μόνη πολιτική δράση είναι η συμμετοχή σε μη κυβερνητικές οργανώσεις και φιλανθρωπικά έργα. Η αλλαγή τελείται άπαξ, και ετελέσθη από εμάς, τους γονείς, το ’73-’74 και το ‘81· τι γυρεύετε εσείς τώρα; Μα αυτός ο νεοευσεβισμός, αυτή η υποκρισία των γονιών του καναπέ, πώς μπορεί να μιλήσει στις καρδιές και τα μυαλά των νέων, των νέων όποιας εποχής; Δεν μπορεί.

Ακόμη δεν θέλουμε να μιλήσουμε το συμβάν.

από την Ελευθεροτυπία

«Η σύγκρουση δεν έχει εξαφανιστεί»

Του ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΔΟΥΖΙΝΑ*

Κατά τους τελευταίους δύο μήνες, ήμουν σε περιοδεία διαλέξεων στη Λατινική Αμερική. Οπου και αν μιλούσα, η ίδια ερώτηση γινόταν ξανά και ξανά: Τι ακριβώς συνέβη στην Αθήνα τον περασμένο Δεκέμβρη;

Παρά την εφησυχαστική απόρριψη της εξέγερσης από μερικά ΜΜΕ και πολιτικούς, τα Δεκεμβριανά απέκτησαν μοναδική σημασία ως πηγή έμπνευσης για τα κινήματα αντίστασης σε όλο τον κόσμο. Κολομβιανοί φοιτητές, διαμαρτυρόμενοι ενάντια σε περικοπές στα κρατικά πανεπιστήμια, κρατούσαν «πανό» που έγραφαν: «Θα κάνουμε την Μπογκοτά Αθήνα».

Λίγα γεγονότα στην πρόσφατη Ελληνική Ιστορία συζητήθηκαν περισσότερο. Πολλές, συχνά αντιφατικές αιτίες και ερμηνείες έχουν τεθεί, αλλά η κυρίαρχη αντίδραση των σχολιαστών είναι η αδυναμία κατανόησης, η δυσπιστία και η απόρριψη. Το επίμονο ερώτημα, «τι πραγματικά θέλουν τα παιδιά;», συχνά οδήγησε στο συμπέρασμα ότι τα γεγονότα δεν ήταν πολιτικά, επειδή δεν προβλήθηκε κανένα συγκεκριμένο αίτημα, που να επιτρέπει την ένταξή τους σε κάποιο τυποποιημένο αναλυτικό πλαίσιο. Ο,τι ένωσε τους διαδηλωτές, ήταν μια άρνηση, ένα «όχι άλλο», ένα «Φτάνει πια». Μια πεισματάρικη άρνηση χαρακτήρισε αυτή την εξέγερση. Αυτό ήταν που έκανε πολλούς να την απορρίψουν ως άσχετη στην καλύτερη περίπτωση ή ως βίαιο ξέσπασμα στη χειρότερη.

Και ακόμη αυτή η έλλειψη κατανόησης ήταν το αποτέλεσμα της περιορισμένης πολιτικής ανάλυσης. Για περίπου σαράντα χρόνια, η πολιτική αποτελούσε είτε την εφαρμογή της νεοφιλελεύθερης οικονομίας (αυτή η πλαστή «επιστήμη» που κατέρρευσε πέρσι) είτε εφαρμοσμένη ηθική. Το πολιτικό σύστημα αποδέχθηκε τη συνολική κοινωνική ισορροπία, στοχεύοντας σε περιθωριακή ανακατανομή των παροχών, σε ανταμοιβές και θέσεις που δεν αμφισβητούν την καθεστηκυία τάξη.

Η πολιτική φιλοσοφία ανακήρυξε ότι οι συγκρούσεις έχουν τελειώσει, είναι ξεπερασμένες και αδύνατες. Παρουσιάζει τη πολιτική ως μια «αγορά» ή μια συζήτηση σε δημαρχείο, όπου η ορθολογική συναίνεση για δημόσια αγαθά μπορεί να επιτευχθεί. Και δεδομένου ότι η ελεύθερη αγορά και τα ατομικά δικαιώματα δεν δημιουργούν την αίσθηση της ευθύνης των πολιτών, η άλλη προτεραιότητα του κράτους είναι να ενεργεί ως ο «φουσκωτός» της κοινωνίας. Οι ελευθερίες της αγοράς συμπληρώνονται με αυξημένη αστυνομική καταστολή, πανταχού παρούσες τεχνικές επιτήρησης και εκτεταμένα μέτρα ασφάλειας.

Αλλά η σύγκρουση δεν έχει εξαφανιστεί. Ο νεοφιλελεύθερος καπιταλισμός έχει αυξήσει την ανισότητα και την καταπίεση που τροφοδοτούν τη σύγκρουση, ενώ ταυτόχρονα προσπαθεί να την καταστείλει ή να την κάνει αόρατη. Τον περασμένο Δεκέμβρη, η σύγκρουση ξέσπασε από την ένταση μεταξύ του δομημένου κοινωνικού σώματος με τους πολιτικούς αντιπροσώπους που εναλλάσσονται στην κυβέρνηση χωρίς μεγάλες διαφορές, από τη μία, και αυτών των ανθρώπων, των αιτιών και των δραστικών συμφερόντων, από την άλλη, που αποκλείονται από την πολιτική τάξη και δεν μπορούν να μορφοποιήσουν τις βασικές απαιτήσεις τους στη γλώσσα της πολιτικής.

Με αυτή την έννοια, η εξέγερση ήταν μια έκφραση ενός πολιτικού οργανισμού σε μηδενική βάση. Οι διαδηλωτές δεν είπαν «Θέλω αυτό ή εκείνο», αλλά απλώς «Εδώ είμαστε», «βρισκόμαστε απέναντι». Δεν διεκδικούμε αυτό ή εκείνο το δικαίωμα, αλλά το «δικαίωμα να έχουνε δικαιώματα». Ελεγαν «Εμείς ο κανένας, οι μαθητές, οι φοιτητές, οι άνεργοι, η γενιά των 600 ευρώ, είμαστε το παν. Εμείς οι απολιτικοί, οι σιωπηλοί, οι διαφορετικοί, είμαστε το αποκλειστικά «καθολικό», απέναντι σε εκείνους που μεταφράζουν τα ιδιαίτερα συμφέροντά τους ως καθολικά». Αυτή η διαλεκτική έχει ακολουθήσει όλα τα ριζοσπαστικά γεγονότα στη νεωτερικότητα, από τις μεγάλες επαναστάσεις ώς την πάλη για πολιτικά δικαιώματα και τον φεμινισμό.

Οταν ο επικεφαλής της ΝΕΤ απέρριψε τους διαδηλωτές που σήκωσαν πανό κατά τη διάρκεια ζωντανής τηλεοπτικής μετάδοσης ειδήσεων, αποκαλώντας τους «ανοργάνωτο όχλο», «χωρίς κοινωνική ταυτότητα», ήταν πολύ κοντά στην αλήθεια. Οταν το αποκλεισμένο έγινε ορατό, ένα νέο πολιτικό υποκείμενο εγκαθίσταται καθ’ υπέρβαση των ιεραρχικών και ορατών ομάδων. Σ’ αυτό το σημείο, η γνήσια πολιτική ξέσπασε για λίγο.

Η πολιτική καινοτομία ήταν έκδηλη στη διαλεύκανση των γεγονότων. Η πολλαπλότητα των αιτιών, τα άτομα, οι στρατηγικές και οι δράσεις σήμαιναν ότι η εξέγερση πήρε ώθηση από μόνη της, βασιζόμενη σε όλο μεγαλύτερο βαθμό στην επίδραση της «χιονοστιβάδας» που κρατά ατακτοποίητη κάθε προσπάθεια ερμηνείας και ειρήνευσης. Το πριν και το μετά έγιναν δυσδιάκριτα. Οι αιτίες, οι επενέργειες και οι δράσεις συνυφάνθηκαν σ’ έναν κόμπο που δεν μπορεί να λυθεί. Με τον ίδιο τρόπο που η έλευση της εξέγερσης δεν μπορούσε να προβλεφθεί, η πραγματοποίησή της δεν μπορούσε επίσης να ελεγχθεί.

Αυτό ήταν που μετακίνησε την εξέγερση κοντά σ’ αυτό που ο φιλόσοφος Alain Badiou αποκαλεί «γεγονός». Ενα γεγονός είναι πολιτική πράξη που αναδύεται αναπάνατεχα από τα αποκλεισμένα μέρη μιας πολιτικής κατάστασης και δεν μπορεί να περιοριστεί στο άρθοισμα των παραγόντων που το έκαναν δυνατό. Τα Δεκεμβριανά διατάραξαν την κατεστημένη τάξη της ελληνικής πολιτικής επιτρέποντας σε αόρατους, ανώνυμους και ευάλωτους να γίνουν πολιτικοί πρωταγωνιστές. Δεν ήταν απλώς ένα θέμα διαμαρτυρίας -η δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου ήταν ο καταλύτης για την κατασκευή μιας νέας πολιτικής υποκειμενικότητας- ούτε υπήρξε η συντονισμένη έκρηξη κοινωνικών κινημάτων. Αυτό κάνει δύσκολη την κατανόηση της εξέγερσης και αποτρέπει τους ενοχλημένους σχολιαστές να «παραλάβουν το μήνυμά της». Η δημιουργία πολιτικών υποκειμένων μετέτρεψε αυτά τα γεγονότα από συνήθη φοιτητική ή αριστερή διαμαρτυρία σε κάτι καινούργιο, το οποίο διατηρεί τόσο τα χαρακτηριστικά της αστικής αντίστασης όσο και τα υπερβαίνει, μέσα από ριζικές αλλαγές του πολιτικού τοπίου.

Ενα «γεγονός» μπορεί να αναγνωριστεί μόνο εκ των υστέρων, εάν οι άνθρωποι παραμένουν πιστοί στην επαναδιευθέτηση της πολιτικής τάξης. Αναμφίβολα η συμβολική σημασία του Δεκέμβρη έχει αναγνωριστεί απ’ όλο τον κόσμο. Χωρίς αμφιβολία η πρόσφατη κυβερνητική αλλαγή οφείλει πολλά στον Δεκέμβρη. Ομως οτιδήποτε αποτελεί αληθινό γεγονός, θα αποφασιστεί στο μέλλον, από τις πράξεις εκείνων που παραμένουν αφοσιωμένοι στην ιδέα να ξαναγραφούν οι κανόνες της πολιτικής θέασης.

* Καθηγητής Νομικής στο Birkbeck College του University of London

Αναρτήθηκε από: 1flaneur | 5 Δεκεμβρίου, 2009

οι πολίτες δεν χρειάζονται «προστάτες»

 

 

από το Δίκτυο για την περιεκτικη δημοκρατία

Το μαύρο χρώμα της επετείου της δολοφονίας του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου από αστυνομικό, έρχεται να υπενθυμίσει με τον πιο τραγικό τρόπο όσα από καιρό έχουμε τονίσει σαν Δίκτυο για την Περιεκτική Δημοκρατία.

Ήταν απλά θέμα χρόνου στη χώρα μας, να υπάρξει ακόμα μια κρατική δολοφονία, με έντονα συμβολικό και πολιτικό χαρακτήρα. Είναι άλλωστε η συστημική βία, είτε αυτή είναι φυσική βία, είτε παίρνει τη μορφή της ανεργίας, της φτώχειας ή της πολιτικής και οικονομικής ανημποριάς που δημιουργεί στα μη προνομιούχα κοινωνικά στρώματα, αυτή που πάντα αρχίζει τον κύκλο της βίας. Ο φόνος άλλωστε έγινε σε μια γειτονιά όπου η νεολαία που συχνάζει εκεί ήδη λειτουργεί με τη μορφή μιας «Αγοράς» κατά τα κλασικά πρότυπα. Μια γειτονιά όπου η νεολαία ρητά ή υπόρρητα αμφισβητεί το σύστημα και γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο έχει μπει στο μάτι των απολογητών του συστήματος με τα ίδια πάνω κάτω «επιχειρήματα» που λένε για το πανεπιστημιακό άσυλο.

Είναι οι ίδιοι απολογητές του συστήματος που είχαν λουφάξει τις πρώτες μέρες της εξέγερσης του Δεκέμβρη και που περίμεναν παγανιά ν’ αρπάξουν την παραμικρή αφορμή για να κατασυκοφαντήσουν την εξέγερση της νεολαίας ή απλώς να την υποστηρίξουν εκλογοθηρικά, όμως δηλώνοντας συγχρόνως ότι «αποδοκιμάζουν την βία από όπου και αν προέρχεται», εξισώνοντας έτσι τη συστημική με την αντισυστημική βία. Ο στόχος φανερός: η επαναφορά της «τάξης» και της «ομαλότητας» των 700 ευρώ και της ανασφάλιστης εργασίας, της εργοδοτικής αυθαιρεσίας, της εξαθλίωσης των «αόρατων» μεταναστών χωρίς χαρτιά.

Γι’ αυτούς τους καλοβολεμένους εισοδηματίες της «διαμόρφωσης της κοινής γνώμης», οποιοδήποτε κοινωνικό φαινόμενο που ξεφεύγει από τις καναλιζαρισμένες μορφές πάλης της υποκουλτούρας της βιομηχανίας της ενημέρωσης και του θεάματος την οποία υπηρετούν, δηλαδή οποιαδήποτε αυθόρμητη ―και όχι μόνο― μορφή αντισυστημικής βίας που αναπόφευκτα ενίοτε παίρνει μορφές μη ελεγχόμενες από τους ίδιους τους εξεγερμένους, είναι «εκδήλωση τυφλής βίας», «έμφυτη ροπή προς το έγκλημα», «ευκαιρία για πλιάτσικο» και «υπαρξιακός χαβαλές».

Αυτό που κάνουν γαργάρα όμως οι ―άμεσα ή έμμεσα― έμμισθοι τσανακογλύφτες της εξουσίας, είναι η αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα της εγκληματικής φύσης του συστήματος της οικονομίας της αγοράς και της αντιπροσωπευτικής «δημοκρατίας».

Γιατί είναι η διαρκής συγκέντρωση εξουσίας/δύναμης στα χέρια πολιτικών, ιδιοκτητών μεγαλοεπιχειρηματιών, μεγαλοστελεχών σε Τράπεζες και μεγάλες επιχειρήσεις, καθώς και υψηλόβαθμων κρατικοδίαιτων παράσιτων που γεννάει όλες τις μορφές ανισότητας. Η δολοφονία του Αλέξανδρου, το τσεκούρωμα των μέχρι πρότινος εργασιακών κεκτημένων, οι σφαγές των λαών της Μέσης Ανατολής, ο κατ’ εξακολούθηση βιασμός της φύσης, η νοσογόνος διατροφική βιομηχανία, η όξυνση της κρατικής καταστολής, αποτελούν μερικά μόνο απ’ τα πολλά κεφάλια της Λερναίας Ύδρας που ακούει στο όνομα «διεθνοποιημένη οικονομία της αγοράς» και αντιπροσωπευτική «δημοκρατία». Ανάγνωση του υπολοίπου…

Αναρτήθηκε από: 1flaneur | 5 Δεκεμβρίου, 2009

διεκδικούμε το μέλλον μας, διεκδικούμε τις ζωές μας

από το indymedia

Αναρτήθηκε από: 1flaneur | 5 Δεκεμβρίου, 2009

ο Αlain Badiou για τον Δεκέμβρη

από την Αυγή

Η πραγματική Ανθρώπινη δυνατότητα βρίσκεται εκεί που ο καπιταλισμός λέει ότι δεν υπάρχει καμία δυνατότητα» τόνισε ο Γάλλος μαρξιστής φιλόσοφος Αλέν Μπαντιού κατά τη διάρκεια διάλεξης με θέμα «Η ιδέα του Κομμουνισμού σήμερα» στην αίθουσα τελετών της ΕΣΗΕΑ. Ο σημαντικός Γάλλος μαρξιστής φιλόσοφος βρέθηκε στην Αθήνα με αφορμή το διεθνές συνέδριο «Ο Alain Badiou και οι όροι της φιλοσοφίας: η πολιτική, η τέχνη, η επιστήμη, ο έρωτας».

Ο μαρξιστής φιλόσοφος μίλησε για «μια τρίτη ζωή του κομμουνισμού στον 21ο αιώνα», μετά από αυτές του 19ου και του 20ου, έκανε πολλαπλές αναφορές στην εξέγερση της ελληνικής νεολαίας τον Δεκέμβρη του 2008, είπε «όχι στον κομμουνισμό μέσω του κράτους» και υπογράμμισε ιδιαίτερα «την αξία του καθενός ανθρώπου ξεχωριστά στη δημιουργία της ιστορίας». Συγχρόνως έκανε μια σειρά αναλύσεων για την ιδέα, το συμβάν, την αλήθεια και το γεγονός ως φιλοσοφικές έννοιες.

Ιδέα, συμβάν, αλήθεια, γεγονός

Ο Αλ. Μπαντιού προσδιορίζει την ιδέα ως ολοποίηση τριών στοιχείων: του πολιτικού στοιχείου με την έννοια της πολιτικής ακολουθίας των πραγμάτων, του ιστορικού στοιχείου με την έννοια της ιστορικής διάστασης της πολιτικής και του υποκειμενικού στοιχείου με την έννοια της δυνατότητας για ένα άτομο να αποφασίσει να παρέμβει σ’ αυτήν την ακολουθία του χρόνου και «να αποτελέσει την υλική υπόσταση της πολιτικής ακολουθίας».

Το συμβάν ο Γάλλος φιλόσοφος το προσδιορίζει ως τη ρήξη στην κανονική διάταξη των πραγμάτων. Το περιγράφει ως κάτι που δεν προβλέπεται, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «δεν είναι η πραγμάτωση μιας δυνατότητας που ενυπάρχει, αλλά μια νέα δυνατότητα». Προσδιορίζει ακόμα την αλήθεια ως την συνεχή οργάνωση των συνεπειών ενός συμβάντος και το γεγονός ως τις συνέπειες της ύπαρξης του κράτους το οποίο «είναι το σύστημα περιορισμού των δυνατοτήτων», ως «αυτό που μας λέει με τη βία τι είναι δυνατό και τι δεν είναι, με την αστυνομία να αναλαμβάνει να επιτηρεί τις δυνατότητες».

Ο Δεκέμβρης

Για τον Δεκέμβρη του 2008 ο Αλ. Μπαντιού τόνισε ότι «η δύναμη ενός πολιτικού κινήματος κι η δύναμη μιας εξέγερσης είναι η συνάντηση μιας ιδέας και μιας εξέγερσης. Εδώ είχατε αυτήν την εξέγερση που αποτέλεσε ένα μήνυμα ελευθερίας προς την Ευρώπη», ενώ ταυτόχρονα έκανε την κριτική ότι «υπήρχε πρόβλημα με την ιδέα». Επίσης πρόσθεσε ότι «τα Δεκεμβριανά έδειξαν νέες δυνατότητες για τη νεολαία σε όλο τον κόσμο, καθώς υπήρξε μια ενότητα λαϊκής και φοιτητικής νεολαίας, κάτι που δεν υπήρχε στη Γαλλία κατά τη διάρκεια της εξέγερσης του 2005-2006».

Για τη σημασία του ατόμου για τη δημιουργία της ιστορίας ο Γάλλος φιλόσοφος επισημαίνει ότι «μια πολιτική ιδέα μετατρέπει την ατομική απόφαση σε ιστορική απόφαση» κι ότι «η κομμουνιστική ιδέα βρίσκεται στο σύνορο πολιτικής διαδικασίας κι ατόμου».

Το κράτος κι η ιδέα του κομμουνισμού τον 21ο αιώνα

Σχετικά με το κράτος, ο Αλ. Μπαντιού τόνισε ότι «η καπιταλιστική οικονομία, η συνταγματική κυβέρνηση κι οι νόμοι είναι μηχανισμοί που έχουν σκοπό να απαγορεύσουν τη δυνατότητα του κομμουνισμού». Υποστήριξε ότι «είναι οξύμωρο το γεγονός ότι κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα η ιδέα του κομμουνισμού πραγματοποιήθηκε με ένα κράτος, αφού κομμουνισμός είναι το σβήσιμο του κράτους. Με την Οκτωβριανή Επανάσταση γεννήθηκε μια ελπίδα για ένα άλλο κράτος που δεν θα περιορίζει τις δυνατότητες». Όπως σχολίασε χαρακτηριστικά «ο 20ος αιώνας ονειρεύτηκε τη συγχώνευση κράτους-συμβάντος». Επίσης τόνισε ότι «κάθε δυνατότητα αποσπασμένη από το κράτος είναι μια ευκαιρία για δράση» κι ότι «η ιδέα του κομμουνισμού δεν είναι μόνο μια εμπειρία του 20ου αιώνα».

Η αίθουσα των τελετών της ΕΣΗΕΑ ήταν κατάμεστη σε τέτοιο βαθμό ώστε δεν επαρκούσαν τα ακουστικά για την αυτόματη μετάφραση και ο Σ. Μιχαήλ ανέλαβε να μεταφράζει κατά διαστήματα τον Γάλλο μαρξιστή φιλόσοφο, ο οποίος αστειεύτηκε με την κατάσταση σχολιάζοντας ότι «για τον κομμουνισμό πρέπει να γίνουν θυσίες». Επισημαίνεται ότι η διάλεξη στην ΕΣΗΕΑ έγινε με αφορμή την έκδοση στα ελληνικά από τις εκδόσεις Πατάκη του βιβλίου του Αλ. Μπαντιού «Η κομμουνιστική υπόθεση».

Αναρτήθηκε από: 1flaneur | 5 Δεκεμβρίου, 2009

Ο Δεκέμβρης δεν επαναλαμβάνεται, συνεχίζεται.

από την Αντιεξουσιαστική Κίνηση

Ο Δεκέμβρης δεν επαναλαμβάνεται, συνεχίζεται.

 

Αναμφίβολα δεν υπήρξε ούτε ένας από εμάς που να μην πήρε, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, θέση μέσα στα γεγονότα του περασμένου Δεκέμβρη.

Ίσως να είναι από τις σπάνιες φορές σε αυτή τη χώρα που μια είδηση σαν αυτή της δολοφονίας του 15χρονου Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου από τον αμετανόητο αστυνομικό δολοφόνο του Ε. Κορκονέα, να προκάλεσε σε τόσο μεγάλη έκταση κοινό αίσθημα οργής και αγανάκτησης. Αίσθημα εφάμιλλο με αυτό που είχαμε όλοι μετά τον θάνατο των 57 συνανθρώπων μας στις πυρκαγιές του 2007 στην Πελοπόννησο. Θάνατο από τους εμπρησμούς τους οποίους το παρόν σύστημα υποθάλπει με την πολιτική που αποχαρακτηρίζει τα καμένα δάση και τα χαρίζει μετά σε εργολάβους και εταιρείες ανάβοντας, στην ουσία με αυτό τον τρόπο, το σπίρτο στο χέρι του εμπρηστή.

Καθημερινοί Αμέτρητοι Γρηγορόπουλοι

Είναι το ίδιο το πολιτικό σύστημα το οποίο υποτίθεται ότι διαχειρίζεται και τις ζωές μας και είναι υπεύθυνο για τις καθημερινές, φανερές ή κρυμμένες, δολοφονίες όπως αυτή του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου. Μόνο την τελευταία δεκαετία είχαμε με βάση τις «επίσημες» αναφορές πάνω από 50 δολοφονίες μεταναστών από αστυνομικούς ή λιμενικούς. Αμέτρητοι-εκατοντάδες είναι οι νεκροί πρόσφυγες από πνιγμό ή από νάρκες στα σύνορα. Μόνο μέσα στο 2009 φτάσανε τον αριθμό των 200 οι νεκροί μέσα στους χώρους εργασίας. Οι θάνατοι των εργατών στα λεγόμενα «εργατικά ατυχήματα» αποτελούν το φόρο αίματος που καταβάλει αυτή η κοινωνία στο βωμό του καπιταλισμού. Αμέτρητες όμως είναι οι καθημερινές μικρές δολοφονίες που υφιστάμεθα όλοι μας από ένα σύστημα που δολοφονεί καθημερινά την αξιοπρέπεια, τη ζωή και τις ελευθερίες μας.

Εργασιακός Μεσαίωνας

Πώς αλλιώς, παρά ως σύγχρονες συνθήκες σκλαβιάς, μπορούμε να περιγράψουμε τον καταναγκασμό στην εργασία υπό τον εκβιασμό της φτώχειας και της ανέχειας στον οποίο υποκύπτουμε άπαντες προκειμένου να επιβιώσουμε. Ελαστικοποίηση της εργασίας, ανασφάλιστη μαύρη εργασία , απολύσεις, συρρίκνωση των μισθών και των δικαιωμάτων των εργαζομένων. Όλα με πρόσχημα την κρίση, όλα προς συμφέρον των αφεντικών. Η εργασία μας, ξένη από την έννοια της προσφοράς στο σύνολό, ή της δημιουργίας, παράγει πλούτο που καρπώνονται τα αφεντικά και οι διαχειριστές της εξουσίας, ενώ οι μισθοί μας αντηχούν το σαρκασμό με τον οποίο ανταμείβουν το μόχθο μας. Στηρίζουμε με την εργασία μας και με τους φόρους μας ένα παρασιτικό σύστημα, χωρίς να δικαιούμαστε ούτε καν αυτά που μερικές δεκαετίες πριν θεωρούνταν αυτονόητα. Η εργασία έχει γίνει συνώνυμο της ζητιανιάς όταν για να βρούμε δουλειά φτάνουμε να «υποχρεωνόμαστε» σε πολιτικά γραφεία, σε εργολάβους και στη νόμιμη μαύρη εργασία προγραμμάτων του ΟΑΕΔ όπως τα Stage. Κι όταν έρθουμε αντιμέτωποι με τους σύγχρονους δουλέμπορους ρισκάρουμε να καταλήξουμε όπως η Κ. Κούνεβα, η οποία στην προσπάθειά της να πολεμήσει την τοξικότητα των σύγχρονων εργασιακών σχέσεων δέχτηκε επίθεση με οξύ. Ανάγνωση του υπολοίπου…

Αναρτήθηκε από: 1flaneur | 3 Δεκεμβρίου, 2009

Για την εξέγερση του Δεκέμβρη

από την Αυτονομία ή Βαρβαρότητα

Για την εξέγερση του Δεκέμβρη

Από το βράδυ της 6ης Δεκεμβρίου 2008 η Αθήνα και δεκάδες άλλες πόλεις έζησαν για μερικές εβδομάδες πρωτόγνωρα για τη μεταπολιτευτική ιστορία τους γεγονότα. Η δολοφονία στα Εξάρχεια ενός 15χρονου παιδιού από έναν αστυνομικό στάθηκε αφορμή για να εκφραστεί, να διοχετευθεί και να αποτυπωθεί στους δρόμους η οργή, η αγανάκτηση, η απελπισία, αλλά και οι επιθυμίες, οι πόθοι και τα όνειρα ενός σημαντικού κομματιού της κοινωνίας και ιδιαίτερα της νεολαίας. Τα εξεγερτικά γεγονότα του Δεκέμβρη έμειναν χαραγμένα στη μνήμη μας κυρίως γιατί με την καινοφανή ένταση και με τις ριζοσπαστικές και αυθεντικές πλευρές τους προκάλεσαν μία, έστω και προσωρινή, ρωγμή στην απάθεια των ανθρώπων και οδήγησαν στην αναθέρμανση της συμμετοχής τους στο κοινωνικό γίγνεσθαι.

 

Το τραγικό γεγονός της δολοφονίας ακολούθησαν δεκάδες αυθόρμητες συγκεντρώσεις και πορείες τόσο στο κέντρο της Αθήνας όσο και στις πόλεις της επαρχίας, οι οποίες συνοδεύτηκαν από ένα εκρηκτικό ξέσπασμα βίαιων πράξεων και επεισοδίων με τις δυνάμεις της αστυνομίας. Η αδιέξοδη βία, στην οποία για πολλούς εξαντλήθηκε η ριζοσπαστικότητα των γεγονότων του Δεκέμβρη, είναι για μας το λιγότερο σημαντικό στοιχείο του. Όχι μόνο γιατί είμαστε αντίθετοι/ες με την πολιτική λογική που εκπροσωπεί, αλλά και γιατί με τον εγγενή θεαματικό και κυριαρχικό της χαρακτήρα περιορίζει τις ίδιες της δημιουργικές προοπτικές που ανοίγονται όταν ένα (έστω μειοψηφικό) μέρος του πληθυσμού ενεργοποιείται πολιτικά και διαδηλώνει, διαμαρτύρεται ή αμφισβητεί. Η βία ως χαρακτηριστικό στοιχείο της ίδιας της υπάρχουσας εξουσίας δεν αναμετράται στην πραγματικότητα με αυτήν, αλλά την επιβεβαιώνει και υπονομεύει τη δυνατότητα ανάπτυξης του λόγου και της διαβούλευσης, τη δυνατότητα διάνοιξης της δημόσιας σφαίρας μέσα στην οποία θα αμφισβητηθεί συστηματικά το υπάρχον σύστημα και θα προταθούν νέες μορφές οργάνωσης και νέες αξίες που θα το υπερβαίνουν.

Τις μέρες του Δεκέμβρη όμως οι δρόμοι και οι δημόσιοι χώροι καταλήφθηκαν από μαθητές οι οποίοι στεκόταν απέναντι στις διμοιρίες ή έκαναν επιθέσεις σε αστυνομικά τμήματα ζητώντας τη δική τους δικαίωση. Οι πολύμορφες δράσεις συνεχίστηκαν με καταλήψεις σχολείων, πανεπιστημιακών σχολών, δημόσιων κτιρίων, πολιτιστικών κέντρων, δημαρχείων, με ανοιχτές συνελεύσεις, με συγγραφή πληθώρας συνθημάτων, προκηρύξεων και κειμένων. Οι παρεμβάσεις σε ραδιοφωνικούς σταθμούς, στο δελτίο ειδήσεων της ΕΡΤ, οι ολιγόλεπτες διακοπές παραστάσεων σε θέατρα και στο Μέγαρο Μουσικής, οι συνελεύσεις σε διάφορους δήμους, οι συναυλίες και οι γιορτές δρόμου έξω από τη λυρική σκηνή έδωσαν έναν τόνο και μια διάθεση για άνοιγμα της εξέγερσης και προς ευρύτερα κομμάτια της κοινωνίας.

Ο ριζοσπαστικός χαρακτήρας των γεγονότων οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στη συμμετοχή ενός σημαντικού κομματιού των μαθητών των νέων αλλά και ατόμων, μη πολιτικοποιημένων μέχρι τότε, στις κινητοποιήσεις. Ένα ετερόκλητο πλήθος ανθρώπων εισέβαλλε όχι μόνο στους δρόμους και τις πλατείες αλλά και σε ανοιχτές συζητήσεις και αντιπαραθέσεις, σε μαζικές συνελεύσεις, δηλαδή δραστηριότητες που ανήκουν σε αυτό που ονομάζεται δημόσια σφαίρα. Άνθρωποι καταπιεσμένοι, περιθωριοποιημένοι, κυνηγημένοι, απογοητευμένοι, ξενερωμένοι, αηδιασμένοι πλημμύρισαν τους δημόσιους χώρους, τους γέμισαν με φωνή τους, την αγωνία τους, τη λύπη, τη χαρά τους.

Οι μαθητικές δράσεις χαρακτηρίστηκαν από καυστικό χιούμορ και πρωτοφανή ευρηματικότητα και ακουμπούσαν σε έναν κοινό παρανομαστή: μια υπόρρητη αλλά σαφή κριτική στην ασφυκτική σχολική καθημερινότητα, στις εξετάσεις, στα φροντιστήρια, στην εντατικοποίηση, στην απουσία ελεύθερου χρόνου. Μια αμφισβήτηση συνολική του εκπαιδευτικού συστήματος, των σχέσεων των παιδιών με τους δασκάλους και με τους γονείς τους. Αναδύθηκε μία ριζική κριτική αυτής της κοινωνίας, που δε χωράει στα καθιερωμένα οικονομίστικα σχήματα ανάλυσης που χρησιμοποιούνται κατά κόρον από τον τύπο ή τους πολιτικούς. Δεν είναι τυχαία άλλωστε η σχεδόν αυτόματη γεωγραφική εξάπλωση των διαδηλώσεων σε όλη τη χώρα. Στο δρόμο συσπειρώθηκαν άτομα από όλα τα κοινωνικά στρώματα και όλες τις περιοχές, μαθητές στις πόλεις αλλά και σε μικρά χωριά ή σε απομακρυσμένα νησιά.

Αυτό που αγαπήσαμε πιο πολύ στο Δεκέμβρη ήταν χωρίς αμφιβολία η ρήξη με το καθεστώς της απάθειας, η εξωστρέφεια των διαδηλωτών, η χρήση της δημιουργικής φαντασίας τους. Όλοι μας βγήκαμε «μετατοπισμένοι/ες» από αυτά τα γεγονότα. Ως διαδηλωτές, ως παιδιά, ως γονείς, ακόμα και ως μη συμμετέχοντες, ως απλοί αναγνώστες εφημερίδων και τηλεθεατές. Ακούσαμε, μιλήσαμε, ανταλλάξαμε βλέμματα με το διπλανό μας. Το σπάσιμο της κανονικότητας, της νωχελικότητας, της βαρεμάρας το διαδέχτηκε ένας αυθορμητισμός και μια ζωντάνια. Η αίσθηση ότι κάτι συμβαίνει, ότι κάτι γίνεται, ότι έχουμε δύναμη και ότι περπατώντας στους δρόμους όλα είναι δυνατά.

Με το ξέσπασμα του κόσμου και τις συνεχιζόμενες συγκεντρώσεις, άλλαξε άρδην η ατζέντα και η επικαιρότητα τόσο στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, όσο και στο Ίντερνετ, αλλά και στους χώρους εργασίας, διασκέδασης και μέσα στις οικογένειες. Όλοι εμείς που ορμήσαμε στους δρόμους, αρχίσαμε να κοιταζόμαστε στα μάτια, να συζητάμε οι ίδιοι για τις ζωές μας. Το λόγο δεν τον παρήγαγαν πια οι «ειδικοί» αλλά τα δεκάδες ανώνυμα κείμενα, τα σκίτσα, οι προκηρύξεις των καταλήψεων, τα συνθήματα στα χείλη μας. Ο ξύλινος λόγος έγινε ξαφνικά εύπλαστος και ποιητικός. Ο Δεκέμβρης ήταν ένα μήνας γοητείας. Γοητεία που ξεδιπλώθηκε κυρίως με την έκρηξη και την ομορφιά μιας απελευθερωμένης γλώσσας.

Έπειτα από τις πρώτες εβδομάδες άρχισε μια υποχώρηση των κινητοποιήσεων. Για μία περίοδο υπήρξαν κινήσεις αλληλεγγύης στους δεκάδες προφυλακισμένους, χωρίς όμως μεγάλη συμμετοχή. Στην Αθήνα συνεχίστηκε το πείραμα των συνελεύσεων σε κάποιους δήμους ενώ έγιναν και αξιόλογες προσπάθειες για αυτοδιαχειριζόμενους χώρους (πάρκα, πολιτιστικά στέκια), κάποιες από τις οποίες συνεχίζονται έως σήμερα.

Tο Δεκέμβρη τον ακολούθησε μια επιστροφή στην κανονικότητα. Ωστόσο, αυτό που έμεινε ως ελπίδα για το μέλλον είναι οι εμπειρίες και τα βιώματα που έχουμε από τη συμμετοχή στα γεγονότα. Είναι η δυνατότητα να σκεφτούμε αλλιώς, να πράξουμε αλλιώς, να βρούμε καινούριες κατευθύνσεις για τη σκέψη και τη συμμετοχή στο κοινωνικό και πολιτικό γίγνεσθαι. Είναι η διάθεση να ξεφύγουμε από τη μιζέρια και την κενότητα, να χειραφετηθούμε. Είναι η όρεξη για πειραματισμούς και για επαναξιολόγηση των υφιστάμενων αξιών και προτύπων. Είναι το θάρρος ώστε να μπορούμε να ξεπερνάμε τους φόβους μας.

Τελικά, το καλύτερο μάθημα το δώσαμε οι ίδιοι/ες στους εαυτούς μας. Αυτό που μένει είναι να συνεχίζουμε να ανοίγουμε μόνοι/ες μας το δρόμο. Να σχεδιάζουμε εμείς την επόμενη μέρα. Να πνίξουμε την παθητική ρουτίνα της καθημερινότητας με ενεργητικές καθημερινές δράσεις. Να μετατρέπουμε το μίσος για αυτά που βλέπουμε, σε πάθος για αυτά που ονειρευόμαστε. Να σκεφτόμαστε όχι με όρους εκδίκησης, αλλά διεκδίκησης. Να αμφισβητούμε τα αδιαμφισβήτητα, να κάνουμε τις σταθερές μεταβλητές, να παθιαζόμαστε για τα κοινά ζητήματα.

Kατηγορίες